Μακρύ ζεϊμπέκικο για το ΜέΡΑ25

Το δημοψήφισμα του 2015 υπήρξε ένα ορόσημο στην πολιτική ζωή του τόπου. Η συντριπτική νίκη του «ΟΧΙ» παρά τις επιθυμίες του συνόλου του πολιτικού κόσμου της χώρας (ακόμα και της κυβερνώσας αριστεράς όπως αποδείχτηκε) αφού τρόμαξε προσωρινά πολλούς εντός και εκτός ελλάδας αποδείχτηκε μια συντριπτική ήττα αφού ο Αλέξης Τσίπρας πήρε το αποτέλεσμα και (δεν μπορώ να το πω πιό ευγενικά) μας το έχωσε στον πάτο ψηφίζοντας νέο μνημόνιο με την συνεργασία των υπέρμαχων του «ΝΑΙ» δηλαδή ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Ήταν απολύτως αναμενόμενο να υπάρχουν αναταράξεις και έτσι ένας ικανός αριθμός βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος αποχώρησε διατηρώντας τουλάχιστον την αξιοπρέπειά του με προεξέχοντα τον «iconic» υπουργό οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη. Τη σημαία δηλαδή της εξάμηνης αντίστασης στις καταστροφικές προσταγές των ευρωπαίων. Ακολούθησαν εκλογές τον Σεπτέμβριο και με κεκτημένη ταχύτητα από τις εκλογές του Ιανουαρίου και λόγω του περιορισμένου χρόνου που δεν επέτρεψε στις αντιμνημονιακές δυνάμεις να ανασυνταχθούν καθώς και την ύπαρξη υπηρεσιακού αρχηγού της ΝΔ ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας κέρδισαν ξανά τις εκλογές ορκιζόμενοι πίστη στις μνημονιακές υποχρεώσεις

Ξαφνικά δεν υπήρχε αντίπαλο δέος. Το ΚΚΕ περιχαρακωμένο στα δικά του συμφέροντα όπως συστηματικά κάνει 30 χρόνια και οι αντιμνημονιακές δυνάμεις σε μια συνεχή κρίση ταυτότητας και προσωπικών επιδιώξεων αφού δεν μπήκαν στη βουλή συντηρούσαν το γνωστό φαινόμενο της ελληνικής αριστεράς με τις ατέρμονες αναλύσεις και τις προσωπικές και μικροπολιτικές επιδιώξεις μικραίνοντας συνεχώς και σταθερά τόσο σε πολιτική ισχύ όσο και στα μάτια του κόσμου.

Το αντίπαλο δέος ήρθε από το εξωτερικό και (έκπληξη) από έναν έλληνα. Ο Γιάννης Βαρουφάκης με τον Σρέτσκο Χόρβατ ιδρύουν το «Democracy in Europe Movement 2025» (DiEM25) το οποίο είναι ένα κίνημα που ζητάει μια «άλλη Ευρώπη» μακριά από την γραφειοκρατία των Βρυξελλών και τον έλεγχο των τραπεζών. Το κίνημα απλώνεται αποκτάει λόγο και παρακλάδια σε όλη την Ευρώπη.

Τον Μάρτιο του 2018 ιδρύεται από τον Γιάνη Βαρουφάκη το ΜέΡΑ25 (Μέτωπο Ρεαλιστικής Ανυπακοής 25) το πρώτο κόμμα «branch» του DiEM25 με σκοπό να κατέβει στις ελληνικές εκλογές.

Κάπου εδώ τελειώνει η ιστορία και αρχίζει και η προσωπική αναδρομή στη σχέση μου με το ΜέΡΑ25.

Ως υπέρμαχος του «ΟΧΙ» και πεπεισμένος από ότι οι πολιτικές που επιβάλλονται στην Ελλάδα από την ευρώπη και το ΔΝΤ οδηγούν στην καταστροφή (κατι που το βλέπουμε) σπεύδω να ενημερωθώ για το ΜέΡΑ25. Υπάρχει βέβαια ήδη η εκτίμηση στο πρόσωπο του Γιάνη Βαρουφάκη τόσο για τα τυπικά προσόντα (καθηγητής οικονομικών με επιρροή διεθνώς) όπως και για τη στάση που κράτησε το εξάμηνο της υπουργικής του θητείας καθώς και την αποχώρησή του από αυτό αρνούμενος την προδοσία της ψήφου του 62% του ελληνικού λαού (aka:κωλοτούμπα). Ένα κόμμα όμως είναι κάτι άλλο.

Αντιγράφω από το μανιφέστο :

Η σκέψη μου είναι «επιτέλους ένα νέο κόμμα που δεν αναπαράγει απλά ευχολόγια έχει συγκεκριμένες προτάσεις και ξεφεύγει ταυτόχρονα από το δίπολο δεξιά-αριστερά». Δεν έκανα λάθος. Ο ιστότοπος του κόμματος είναι γεμάτος με πρακτικές εφαρμόσιμες προτάσεις για σχεδόν όλα τα θέματα της χώρας. Προφανώς δεν είναι όλες δουλεμένες στο έπακρο και κάποιες εγείρουν ερωτήματα για την εφαρμογή τους αλλά είναι προτάσεις «επι του πρακτέου» όχι ευχολόγια.

Εντάξει είμαστε ΟΚ εδώ αλλά οι άνθρωποι ? Τον Βαρουφάκη τον ξέρουμε ποιοί άλλοι είναι ? Οι άνθρωποι εφαρμόζουν τις πολιτικές, χωρίς τους ανθρώπους όλα είναι κενό γράμμα. Δεν ήξερα κανέναν. Η Σοφία Σακοράφα και ο Κρίτων Αρσένης εντάχθηκαν λίγο αργότερα και το μόνο αναγνωρίσιμο πρόσωπο όχι όμως πολιτικό ήταν ο Κλέων Γρηγοριάδης. Πράγμα που σήμαινε «καινούργιοι άνθρωποι». Και αυτό είναι πολύ καλό. Οι «έμπειροι πολιτικοί» είχαν γυρίσει την πλάτη στον Γιάνη Βαρουφάκη μετά τη δαιμονοποίησή του ως δήθεν υπεύθυνου του κλεισίματος των τραπεζών και η αριστερά της χώρας δεν πλησίαζε διότι και το DiEM25 και το ΜέΡΑ25 είναι ευρωπαϊκά κόμματα. Όχι «φεύγουμε από την ευρώπη και το ευρώ» αλλά «διορθώνουμε την ευρώπη» κάτι το οποίο δεν μπορούσαν να δεχτούν οι δραχμιστές. Άρα ένα κόμμα χωρίς βαρίδια.

Για μένα ήταν η ιδανική συνθήκη

Αρχηγός με εγνωσμένο κύρος ήθος και αναγνωρισιμότητα και όχι μόνο εντός των τειχών, σύνδεση με ένα πανευρωπαϊκό κίνημα, απαλλαγμένο από τις εμφυλιοπολεμικές εμμονές του διπόλου «δεξιά-αριστερά», καινούριοι άνθρωποι (ναι ρίσκο αλλά καλύτερα από καριερίστες και σελέμπριτις της πολιτικής που έχουν αποδείξει τη μη αξία τους), προτάσεις συγκεκριμένες απλές και κατανοητές (δεν λείπουν οι πολύπλοκες αναλύσεις για όποιον ήθελε να εμβαθύνει) και κάπως έτσι γίνεται η ηλεκτρονική εγγραφή μου και συμμετοχή στο κόμμα. Έγινα «συνοδοιπόρος»

Ακολουθούν mail και μηνύματα για εγγραφές σε «τομείς» για δήλωση υποψηφιοτήτων για όργανα, για ψηφοφορίες για πρόσωπα και για θέσεις πράγματα συμμετοχή σε συζητήσεις κλπ κλπ. Ενδιαφέροντα πράγματα, ενεργή συμμετοχή για όποιον έχει τη διάθεση και το mentality να συμμετέχει όχι για μένα όμως.

Προσωπικά θα περιοριζόμουν στη στήριξη στον προσωπικό μου κύκλο και στις πολιτικές συζητήσεις που κάνουμε φίλοι γνωστοί συνάδελφοι. Και φυσικά στο λογαριασμό μου στο τουιτερ που ως ψευδώνυμος παρέχει κάποιους βαθμούς ελευθερίας και είναι κατ εξοχήν πολιτικό μέσο.

Έζησα και στον πραγματικό κόσμο και στο τουίτερ όλη την πορεία από το «τι είναι αυτό ?» και μόλις εξηγούσες «α ο Βαρουφάκης» μέχρι το «εντάξει δεν έχει άδικο» και «καλά τα λέει» και «έλα ρε έχει και πανευρωπαϊκό κόμμα» και φυσικά τις ακραίες αντιδράσεις από τους «ΕΚΛΕΙΣΕ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΜΑΣ» και την έκπληξη σε όσους εξηγούσες «είναι φιλοευρωπαϊκό κόμμα δεν ζητάει έξοδο από ΕΕ και ευρώ». Στο τουίτερ έκανα σχεδόν καμπάνια υπέρ του κόμματος πάντα προσπαθώντας να εντάξω ο χιούμορ και την πλάκα που το μέσο «απαιτεί». Οι σοβαροφανείς πολιτικές δηλώσεις δεν ήταν έτσι κι αλλιώς ποτέ του γούστου μου κι έτσι προσπαθούσα να ρίξω αυτό το πέπλο της ελαφρότητας σε ότι έλεγα. Παράλληλα προσπαθούσα να παρακολουθώ τις δράσεις των στελεχών του κόμματος και των λογαριασμών τους στα social. Οι ευρωεκλογές πλησίαζαν.

Λίγες μέρες πριν τις ευρωεκλογές οι δημοσκοπήσεις (και οι στοιχηματικές) έδιναν στο ΜέΡΑ25 γύρω στο 1%. Ήμουν σίγουρος οτι δεν ήταν έτσι. Είχα παρακολουθήσει την εξέλιξη από την εκδήλωση στελέχους σε καφενείο της Κέρκυρας με εφτά άτομα μέχρι την τελευταία ομιλία του Βαρουφάκη σε ένα κατάμεστο Βελλίδειο με τον κόσμο να ζητάει και να μη βρίσκει καρφίτσες με το πορτοκαλί χελιδόνι σύμβολο του κόμματος και την πληθώρα των reactions στο τουίτερ που ανέβαιναν εκθετικά.

169.635 ψήφοι ποσοστό 2,99%. Μη είσοδος στη βουλή για λιγότερες από 100 ψήφους. Τρομερή πικρή επιτυχία που δύσκολα καταπίνεται αλλά ένα μήνα μετά στις βουλευτικές το ΜέΡΑ25 εισέρχεται θριαμβευτικά στη βουλή με 9 βουλευτές ξεπερνώντας το 3%. Ενα κόμμα ενός έτους χωρίς μιντιακή υποστήριξη και χωρίς εθνικοπατριωτικές κορώνες.

Από εκείνη τη μέρα και μετά είδαμε κάτι που στην Ελλάδα πολύ δύσκολα έως ποτέ το βλέπουμε. Ενα μικρό κόμμα με βουλευτές καινούριους ανθρώπους στην πλειοψηφία τους γυναίκες να κάνει δυναμική ουσιαστική αντιπολίτευση χωρίς να ρίχνει το επίπεδο και προάγοντας τον πολιτικό πολιτισμό. Οι βουλευτές του (όχι όλοι βέβαια αλλά οι 7 στους 9) να δουλεύουν εντός και εκτός βουλής να «υπάρχουν» στο δρόμο στην κοινωνία στη βουλή και στα social media και πολλές φορές με πρώτο βιολί βέβαια τον Γιάνη Βαρουφάκη να έχουν καταγράψει ομιλίες στη βουλή και δράσεις που έμειναν με θετικό πρόσημο στο μυαλό των πολιτών. Σε συνδυασμό με κάποια άτομα που ανέλαβαν ρόλους εκτός βουλής η φωνή του κόμματος ακουγόταν όλο και περισσότερο. Το κόμμα είχε ένα site πληρως ενημερωμένο και στο κανάλι του Youtube ανέβαιναν τα πάντα. Ο Γιάνης Βαρουφάκης απαντούσε σε ερωτήματα πολιτών και καλούσε ο ίδιος δημοσιογράφους για συνέντευξη για να αντιμετωπίσει τον αποκλεισμό από τα ΜΜΕ. Η ερώτηση «τί είναι αυτό» αντικαταστάθηκε με την «ωραία τα είπε ο δικός σου» στ αυτιά μου ή στα ηλεκτρονικά μηνύματα και από ανθρώπους από όλο το πολιτικό φάσμα. Ο πρώτος χρόνος του ΜέΡΑ25 στη βουλή ήταν μια τρομερή επιτυχία. Αν με ρωτούσε κα΄ποιος τότε θα έλεγα οτι τα ποσοστά του μπορεί να φτάνουν και σε διψήφιο νούμερο. Θα ήταν μια αυθαίρετη εκτίμηση βέβαια αλλά το ίδιο αυθαίρετη ήταν και η εκτίμησή μου (με το ίδιο δείγμα) για το ποσοστό στις εκλογές που επιβεβαιώθηκε.

Ο ενθουσιασμός και η φούρια του πρώτου χρόνου δεν επέτρεψε σε κανέναν (σε μένα σίγουρα όχι αλλά απ ότι φαίνεται και στην ηγεσία του κόμματος) να ασχοληθούν με τα εσωκομματικά. Θα έφτανε μια χαρτογράφηση του προφίλ ψηφοφόρων και στελεχών για να δείξει πράγματα που κατόπιν τα έφερε η ζωή μπροστά μας. Ένα καινούριο κόμμα μαζεύει πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους που μπορεί απλά΄να υπηρετούν ατζέντες και να βρήκαν χώρο να είναι τυχοδιώκτες ή και απλά΄ γραφικοί που θεωρούν οτι το κόμμα υποχρεούται να υπηρετήσει τις προσωπικές τους εμμονές. Αυτοί οι άνθρωποι θα έπρεπε να απομακρυνθούν και το κόμμα να επιλέξει ανθρώπους που μετά από εκπαίδευση θα βγούν μπροστά. Έτσι θα είχαμε αποφύγει και το «είστε προσωποκεντρικό κόμμα». Υπήρχε πενία στα στελέχη και αυτό δεν αντιμετωπίστηκε. Το κόμμα εξ αρχής ήταν αυτό που λέμε «προοδευτικό». Oικολογία, δικαιώματα προσφύγων, έμφυλα δικαιώματα, φιλοζωία, φεμινισμός, κατά της πατριαρχίας κλπ κλπ you name it. Σε όλα αυτά είμαστε υπέρ και πολύ καλά κάνουμε και μάλιστα σε μια γενναία κίνηση είχαμε την πρώτη τρανς υποψήφιο βουλευτή. Οι άνθρωποι που ασχολούνται συνήθως με αυτά είναι συνήθως (θα το πω ευγενικά) «παθιασμένοι». Παθιασμένοι και δεν σηκώνουν και μύγα στο σπαθί τους. Έτσι, αφού διεκδικούσαν κέρδιζαν και σιγά σιγά η ρητορική του κόμματος άρχισε να βαραίνει προς τα εκεί. Στα πόστ των μελών και των στελεχών άρχισαν να μπαίνουν παπάκια και η γραμματική της woke κουλτούρας (όλ@ τα άνθρωπα πχ) η λέξη «πατριαρχία» έγινε καραμέλα μιας και είχε ξεκινήσει και το ελληνικό metoo και γενικά η ιεράρχηση των προβλημάτων άρχισε να χωλαίνει. Δεν θα ξεχάσω οτι ο Γιάνης Βαρουφάκης χρειάστηκε να απολογηθεί σε μιά ομάδα εκπροσώπων φιλοζωικών οργανώσεων επειδή η βουλεύτρια Αδαμοπούλου είπε οτι δεν είναι σωστό να στειρώνουμε όλα τα αδέσποτα. Τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών ήταν άλλα. Φυσικά το κόμμα ασχολούνταν και μάλιστα περισσότερο από τα άλλα κόμματα με τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών (ακρίβεια, εργασιακά, παιδεία, υγεία, κόκκινα δάνεια κλπ) και οι αναλύσεις το κόμματος κυρίως στα οικονομικά ήταν όπως πάντα σωστές και πλήρεις. Επίσης είναι το μόνο κόμμα που καταγγέλει την ντόπια ολιγαρχία και το καθεστώς που προσπαθεί να στήσει (και καταφέρνει μετά με την πανδημία) ο Μητσοτάκης. Όλα τα άλλα κόμματα είναι σε αντιπολιτευτική νάρκη αλλά για κάποιο λόγο στη δική του ρητορική και δράση έδωσε περισσότερο χώρο στα identity politics. Αυτό οδήγησε μερίδα του κόσμου να θεωρεί οτι είναι ένα ελιτίστικο κόμμα που ασχολείται με «first world problems» και τότε (λίγο πριν την πανδημία) ήταν που άκουσα πρώτη φορά «ναι ρε φίλε αλλά αυτούς οι ανεμογεννήτριες και οι ΛΟΑΤΚΙ τους ενδιαφέρουν». Άδικο μεν ενδεικτικό δε.

Αχ η πανδημία. Νεκρός πολιτικά χρόνος που όμως πυροδότησε κοινωνικές εντάσεις και όχι μόνο. Γενικά εντάσεις σε κάθε δομή. Υγειονομικά δεν έχει νόημα να πούμε κατι όλοι (καλώς) και το μέρα δεν είχαν άλλη επιλογή από το να στηρίξουν τα όποια μέτρα άσχετα αν κάποια στην πορεία αποδείχτηκαν ηλίθια. Αυτό όμως που μπορούμε να πούμε είναι οτι με μια μη ξεκάθαρη θέση ανέχτηκε (και ακόμα ανέχεται αντιεμβολιαστές). Φάουλ. Πράγματα που έβραζαν δεν μπορούσαν να βγούν προς τα έξω και να εκφραστούν. Ο Γιάνης Βαρουφάκης έκανε την σωστότερη εκτίμηση για την ύφεση (λοιδορήθηκε βέβαια τότε για να επιβεβαιωθεί ένα χρόνο αργότερα). Το 1ο διαβουλευτικό συνέδριο αναβάλλεται και το πρώτο μέρος του γίνεται τελικά τον Μάιο του 2021 όπου για πρώτη φορά ακούγεται η λέξη «ρήξη». Λίγο πριν σε συνέντευξη στη Μαριάννα Πυργιώτη ο Βαρουφάκης λέει «ναι είμαστε αριστερά αλλά δεν το πολυλέμε γιατί κάποιες λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους». Ο ίδιος μέχρι τότε δήλωνε «εγώ είμαι αριστερός αλλά το κόμμα όχι» κάτι που όπως είπαμε πριν το έλεγε και το μανιφέστο. Λίγους μήνες μετά έγραψα αυτό :

Φυσικά είχα κάνει λάθος. Ίσως κάποιοι στο κόμμα δεν ήθελαν να ακούνε «το νέο ποτάμι» που ξεστόμιζαν κάθε τόσο οι «πολύ αριστεροί» αν και σε κάθε νοήμονα άνθρωπο ήταν ξεκάθαρο οτι δεν υπήρχε καμμία σχέση. Το κόμμα ήδη όδευε ολοταχώς στην παγίδα που λέγεται «αριστερό γκρουπούσκουλο» κάτι που στην πατρίδα μας είναι είδος που υπάρχει σε πληθώρα. Αποφασίστηκε στην ουσία να αποδιωχθεί εκείνο το μετριοπαθές κομμάτι που δεν αυτοπροσδιορίζεται με το ξεπερασμένο δίπολο «δεξιά – αριστερά» μπορεί να μετακινηθεί από κόμμα σε κόμμα ανάλογα με την περίσταση και τελικά βγάζει κυβερνήσεις. Αυτό ακριβώς το κόμματι που έδωσε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση στο ΜέΡΑ25 το 2019. Άρχισε λοιπόν το «άνοιγμα» στην αριστερά και άπλωσαν και χέρι φιλίας μέχρι και στο ΚΚΕ. Αλήθεια θα ήθελα να μάθω ποιός το σκέφτηκε αυτό. Θα ήθελα να μάθω ποιός πίστεψε οτι το περιχαρακωμένο ΚΚΕ που λειτουγεί με όρους θρησκευτικής σέχτας από το 1990 και μετά θα ανταποκρινόταν στο κάλεσμα του ΜέΡΑ25. Για ποιόν λόγο αλήθεια να το κάνει ? Το δεύτερο άπλωμα χεριού γίνεται στις «συλλογικότητες» πάλι σε ένα ρεσιτάλ λάθος εκτιμήσεων. Στις «συλλογικότητες» στην Ελλάδα δεν μπορούν να συνενοηθούν τα μέλη μεταξύ τους, τι μας κάνει να πιστεύουμε οτι μπορούμε να τους μαζέψουμε κάτω από τη στέγη ενός κόμματος που οι ίδιοι χαρακτηρίζουν «συστημικό» ? Αστεία πράγματα.

Η αλήθεια είναι οτι πίστευα πως όλα αυτά θα γίνουν αντιληπτά εγκαίρως. Και πάλι διαψεύστηκα. Το β μέρος του 1ου διαβουλευτικού συνεδρίου σφράγισε με κάθε επισημότητα την αριστερή στροφή του ΜέΡΑ25 και μάλιστα ο προσεκτικός παρατηρητής θα έβλεπε στην είσοδο του συνεδρίου τις υψωμένες γροθιές να έχουν υποσκελίσει το χελιδόνι και τη λέξη «Ρήξη» να κυριαρχεί. Αρα δεν μιλάμε για μια μετριοπαθή αριστερά αλλά για μια «επαναστατική» αριστερά. Αυτό για μένα ήταν εξαιρετικά αστείο. Όποιος έχει πάει σε εκδήλωση του ΜέΡΑ25 θα έχει παρατηρήσει οτι η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων εκεί είναι nerds, φυτά. Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν μετατρέπεσαι από nerd σε σκληρό επαναστάτη επειδή έβαλες στην αφίσσα δυό υψωμένες γροθιές και επειδή πιπιλίζεις τη λέξη «ρήξη». Για να μην παρεξηγηθώ λατρεύω τa nerds θεωρώ τον εαυτό μου κομματι τους και όταν ήμουν έφηβος ήμουν ο ορισμός. Πιστεύω οτι οι nerds θα σώσουν τελικά τον κόσμο και δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσποιούνται οτι είναι κα΄τι άλλο.

Και πάμε στη λέξη «ρήξη». Κανένας στο κόμμα δεν συνειδητοποίησε οτι ζητάει από έναν κόσμο παραζαλισμένο από την πανδημία οικονομικά εξαντλημένο από τις αυξήσεις που η κυβέρνηση μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία δεν κατάφερε να ελέγξει στο ελάχιστο, έναν κόσμο φοβισμένο από τον πόλεμο στη γειτονιά του που μόλις είχε ηρεμήσει (συνηθίσει είναι το σωστό) τα μνημόνια του σκάνε κατακέφαλα τέτοια πράγματα και αναγκάζεται να ζει με επιδόματα να κάνει τη «ρήξη» ενώ παλεύει να συνέλθει προσωπικά.

Ας είναι. Το κόμμα συνεχίζει να είναι αξιέπαινο κοινοβουλευτικά να τα λέει χύμα και καταφέρνει να γίνει το πρώτο κόμμα που ονοματίζει τα λαμόγια που λυμαίνονται τον πλούτο της χώρας και κατακλέβουν την τσέπη του πολίτη. Ο Κλέων Γρηγοριάδης μηνύεται γι αυτόν ακριβώς το λόγο αρνούμενος την βουλευτική ασυλία. Παρά τα τακτικά λάθη το ήθος είναι εκεί. Δεν πρόκειται να αναφερθώ στα στελέχη και τις βουλεύτριες που αποχώρησαν από το κόμμα. Όλοι/ες έφυγαν επειδή δεν εξυπηρτούνταν η προσωπική τους ατζέντα οπότε είναι ανάξιοι/ες λόγου. Οι καταγγελίες δε για σεξιστική συμπεριφορά είναι αστείες σε ένα κόμμα που κατηγορείται για το αντίθετο (την έντονη δηλαδή ενασχόληση με θεματα φεμινιστικά και έμφυλα δικαιώματα) για ένα κόμμα που ο αρχηγός του στις δημόσιες συζητήσεις βάζει όρο για κάθε άντρα που ρωτάει πρέπει να ρωτάει και μια γυναίκα (ναι συμβαίνει αυτό). Θα πούμε γι αυτούς που ήρθαν

Ήμουν σίγουρος οτι δεν θα πάνε καλά τα πράγματα. Όταν ήρθε ο Δημήτρης Ζερβουδάκης σιγουρεύτηκα. Θα μου πεις γιατί τι έχει ο Δημήτρης Ζερβουδάκης ? Τιποτα. Τουναντίον είναι ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης και ένας καταπληκτικός άνθρωπος που ένιωθε οτι ήθελε να βοηθήσει. Τον συμπαθώ ιδιαιτέρως. Όλοι του κόμματος χάρηκαν τότε γιατί δεν πρόσεξαν οτι καταρίφθηκε το μοτο «για τους ανθρώπους όχι για τα αξιώματα». Στα δικά μου μάτια το να παρουσιάζεις ως «μεταγραφή αεροδρομίου» κάποιον όσο και ικανός κι αν είναι σε ένα κόμμα ο οποίος όλη την προηγούμενη περίοδο δεν είχε συμμετάσχει στις δράσεις και δεν ήταν καν μέλος και να τον «φυτεύεις» υποψήφιο, είναι ήττα. Τι απέγιναν οι ψηφοφορίες τα όργανα του κόμματος κλπ κλπ. Ελπίζω να καταλαβαίνετε τη διαφορά. Δεν ήρθε ο Ζερβουδάκης να πει «στηρίζω το ΜέΡΑ25». Στα μάτια μου ήρθςε κατόπιν συναλλαγής με αντίτιμο υποψηφιότητα σε «εκλόγιμη» θέση. Το ίδιο έγινε και με την Ηρω Διώτη πρώην βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ που ήρθε στο κόμμα να «στηρίξει» αλλά ήταν βέβαιο οτι θα πάρει υποψηφιότητα. Ξαναλέω. Τι απέγινε το «για τους ανθρώπους όχι για τα αξιώματα» ? Γιατί να μη δουλε΄ψουμε με ανθρώπους που υπηρέτησαν το κόμμα από το 18 και να ζητάμε «προσωπικότητες» που ήρθαν σίγουρα για τα αξιώματα ? Θα μπορούσα να απαριθμήσω στελέχη που ήταν στο κόμμα απ την αρχή και άξιζαν να βγούν μπροστά και στάλθηκαν υποψήφιοι σε επαρχίες που δεν υπήρχε περίπτωση ούτε στο εκατομμύριο να πα΄ρουν έδρα

Η ήττα σφραγίστηκε στην συνεδρίαση της προεκλογικής κεντρικής επιτροπής στην οποία ανακοινώθηκε η συμπόρευση με την ΛΑΕ και η προσθήκη «συμμαχία για τη Ρήξη» στο όνομα του συνδυασμού. Μίλησαν διάφοροι υπέργηροι αριστεροί και η ηγετική ομάδα της ΛΑΕ με κοινή συνισταμένη την ξύλινη αριστερή γλώσσα περασμένων δεκαετιών. Το κόμμα και επισήμως είχε γίνει ΜΛ ΚΚΕ ξερωγώ. Πρέπει πλέον να δικαιολογούμε γιατί δεχτήκαμε τους αντιευρωπαϊστές και τους δραχμιστές ενώ εκλεγήκαμε ως ευρωπαϊκό κόμμα. Μη σου ΄τύχει. Σαν να μην έφτανε αυτό τα (έμπειρα) στελέχη της ΛΑΕ, ενα κόμμα που να θυμίσω στις εκλογές του 19 είχε πάρει μόλις 15.000 ψήφους κατέλαβαν τα ψηφοδέλτια και μάλιστα σε προνομιούχες θέσεις. Χαρακτηριστικά στους 5 υποψηφίους του νομού Κερκύρας οι 2 ήταν ΛΑΕ. Αφού είπα για Κέρκυρα επιστρέφω στην πενία στελεχών. Δεν είναι δυνατόν να ζητάς εκλογικά ποσοστά όταν οι υποψήφιοί σου δεν έχουν καμιά επαφή με την τοπική κοινωνία ειδικά στην επαρχία. Αυτό έγινε στην Κέρκυρα. Αν έγινε και αλλού είναι ακόμα ένας λόγος της ήττας. Αυτό που λέγαμε «κόμμα χωρίς βαρίδια» χάθηκε. Ο κόσμος ΄ξέρει τι θα πει «Στρατούληδες».

Συνοπτικά το ΜέΡΑ25 κατεβαίνει στις εκλογές του 23 ως ενα τελείως διαφορετικό κόμα από αυτό που κέρδισε την εκπροσώπησή του το 2019. Identity politics, αριστερίλα, επαγγελματίες πολιτικοί με παρελθόν, αντιπροσώπευση μακριά απ την κοινωνία, ακόμα και οι εφτά τομές άλλαξαν και έγιναν κα΄τι άλλο γενικόλογο και «πιασάρικο». Μόνη όαση οι συνετεύξεις (όχι οι ομιλίες) που έδινε ο Γιάνης Βαρουφάκης. Στις ομιλίες ακολουθούσε και ο ίδιος αυτή την παλαιοαριστερή ρητορική με τις «ρήξεις» και τους «αγώνες» και τις «αριστερές» και τις υψωμένες γροθιές.

Οι «συνοδοιπόροι» γίναμε «σύντροφοι». Έως ότου γίνουμε πάλι συνοδοιπόροι σας χαιρετώ

ΥΓ. Δεν θελω πραγματικά να μιλήσω για τον μήνα ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Τα παρακάλια «ο καθένας μας να φέρει άλλη μια ψήφο» και τα «θέλετε αυτή τη φωνή στη βουλή» και τα μελό ΑΙ generated «Jodi» graphics εκφράζουν μια ηττοπάθεια και μια αισθητική που δεν ταιριάζει σε μένα προσωπικά και δεν θα έπρεπε να την ανεχτεί το ΜέΡΑ25

Λυπάμαι χάσατε(με)

* Αν κάποιος περιμένει να διαβάσει για τη νίκη της ΝΔ ή την μη είσοδο στη βουλή του ΜέΡΑ25 ας μη συνεχίσει την ανάγνωση. Αυτά μετά τις δεύτερες εκλογές

Πριν περίπου 10 χρόνια ψάχνοντας δασκάλα πιάνου, μας προτάθηκε από γνωστό ένα κορίτσι το οποίο είχε τελειώσει το τμήμα μουσικών σπουδών, είχε μεταπτυχιακό, έκανε διδακτορικό δούλευε περιστασιακά σε σεμινάρια και, προφανώς, έκανε ιδιαίτερα πιάνου για να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημά της. Με την πρώτη επαφή ήταν εύκολο να καταλάβεις. Το ντύσιμό της συντηρητικό για ένα κορίτσι 27 ετών, το σπίτι της διακοσμημένο κυρίως με εικόνες και στη βιβλιοθήκη δίπλα στο πιάνο οι παρτιτούρες κλασικής μουσικής έκαναν παρέα σε πατερικά κείμενα. Στη συνέχεια μάθαμε οτι έχει πέντε αδέρφια/ες όλα με ανώτατες σπουδές και τα δυό μεγαλύτερα στην ηλικία περίπου 30 ετών είχαν από 3 παιδιά ο καθένας.

Ημουν σίγουρος τότε οτι χάσαμε


Όσοι ζήσαμε την εφηβεία μας και τα πρώτα νεανικά μας χρόνια στη μεταπολίτευση (από την πτώση της χούντας δηλαδή μέχρι και την έναρξη των μνημονίων) θεωρούμαστε τυχεροί. Δεν περάσαμε τα βάσανα της μεταεμφυλιακής ελλάδας ούτε της χούντας. Η δημοκρατία παγιώθηκε στη χώρα, έγινε μέλος σ ένα κλειστό κλα΄μπ προηγμένων χωρών (Ευρωπαϊκή Ένωση) ερχόταν χρήματα υπήρχε ανάπτυξη και συνεχής πρόοδος σε όλα τα θέματα (οικονομικά, ισότητα, παιδεία κλπ κλπ). Με τον «ελληνικό» τρόπο όλα αυτά βέβαια που σημαίνει διαφθορά, νεοπλουτισμός, σπατάλη, διορισμοί, ρουσφέτια λαμόγια κλπ κλπ αλλά παρ όλα αυτά ο κόσμος πήγαινε μπροστά. Σταμάτησε η προίκα, η ποινικοποίηση της μοιχείας, θεσμοθετήθηκε ο πολιτικός γάμος, οι γυναίκες άρχισαν να βγαίνουν απ το σπίτι να σπουδάζουν και να δουλεύουν οι γονείς δεν κοίταζαν μόνο πως θα παντρέψουν τα κορίτσια, η τριτοβάθμια εκπαίδευση έγινε προσιτή λόγω και της οικονομικής ευημερίας, ξεκίνησε ο έλληνας να ταξιδεύει στο εξωτερικό μυαλά άνοιγαν εκτινάχθηκε ο τουρισμός η εκκλησία και η θρησκεία ήταν δουλειά κάποιων θρησκόληπτων γιαγιάδων και των παπάδων που ακόμα κι αυτοί κοίταζαν να «εκσυγχρονιστούν». Όλοι θυμόμαστε το «ελάτε όπως είστε» του αρχιεπίσκοπου στους νέους. Πιστεύαμε οτι η επιστήμη θα σώσει τον κόσμο, η θρησκεία ήταν κάτι σαν κοινωνική υποχρέωση. Βγαίναμε απ τον σκοταδισμό. Διασκεδάζαμε. Το 1989 έπεσε και το τείχος του Βερολίνου τελείωσε ο ψυχρός πόλεμος κι άλλη μιά αιτία σύγκρουσης και έριδας τελείωσε. Ο Φράνσις Φουκουγιάμα έγραψε για το «τέλος της ιστορίας». Στην ελλάδα συγκυβέρνησε το ΚΚΕ με τη ΝΔ όλα έδειχναν οτι οτι όλοι συγκλίνουμε σε κάτι ουσιαστικότερο από παμπάλαιες κόντρες αριστερά-δεξιά και μετά ήρθε το internet (μια κιβωτός άπειρης γνώσης εύκκολα προσβάσιμης) και πιστεύαμε ακράδαντα οτι ο κόσμος πάει μπροστά. Φυσικά υπήρχαν προβλήματα. Πολλά προβλήματα. Αλλά όχι προβλήματα που η λύση τους δεν ήταν ορατή ή τουλάχιστον εφικτή. Μεγάλωσαν τρεις τέσσερις γενιές της «μαλθακότητος της τρυφηλότητος και των σχεδιασμάτων» που έλεγε και ο Βύρων Πολύδωρας.

Εντωμεταξύ οι άλλοι έφτιαχναν στρατιώτες.


Φάγαμε την πρώτη φάπα με τα μνημόνια και την προσφυγική κρίση. Και δεν μιλάω για την οικονομική φάπα. Ξαφνικά αναδύθηκε ο εσμός του ναζισμού και του ρατσισμού (όχι τόσο ξαφνικά βέβαια αφού τα δείγματα με τους αλβανούς μετανάστες την δεκαετία του 90 ήταν σαφή). Ο σκινχεντ που είδα στο στρατό και τον σφαλιαρίζαμε βρήκε άλλους 500.000 ομοιδεάτες και απόκτησε εξουσία. Πιστεύαμε οτι δεν υπήρχαν οτι είχαν εξαφανιστεί και τα απομεινάρια ήταν κάποιοι γραφικοί που μετριούνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Είναι γραφικοί αλλά είναι περισσότεροι. Αυτοί όμως είναι ένας κίνδυνος που εύκολα αντιμετωπίζεται. Το χαμηλό τους πνευματικό επίπεδο, η αντικοινωνική συμπεριφορά, η εγκληματική τους φύση, η αλαζονεία και φυσικά η εμετική τους κοσμοθεωρία δύσκολα βρίσκει χώρο ανάπτυξης σε μια σύγχρονη κοινωνία. Έφτασαν στο τοπ γρήγορα και γρήγορα έπεσαν. Τόσοι είναι και τόσοι θα μείνουν. Κι αν προσέξουμε θα μειωθούν.

Υπήρχε όμως άλλο ένα σεντόνι που έκρυβε εκπλήξεις


«Θα πάμε για καφέ ?» του λέω ? «Όχι σήμερα» μου λέει «θα πάω στον πνευματικό μου». Γέλασα. Όπως είχα γελάσει όταν μου είπε η θέουσα θειά μου όταν πέρασα στο πανεπιστήμιο οτι στην Θεσσαλονίκη έχει καλούς πνευματικούς και να πάω να βρω έναν. Όπως γελούσα όταν κάποιος απ την φοιτητοπαρέα σταυροκοπιόταν όποτε περνάγαμε έξω από εκκλησία. Κάτι που στη Θεσσαλονίκη είναι μαρτύριο. Κάθε 10 μέτρα πρέπει να σταυροκοπιέσαι. Θα τα ξεπεράσουν αυτά λέγαμε. Είμαστε ευρώπη. Φυσικά λάθος. Εκατοντάδες (πολλές εκατοντάδες) χρόνια δεν ξηλώνονται έτσι εύκολα. Αν πίστευα στο υποσυνείδητο θα έλεγα οτι είναι κάτι καρφωμένο εκεί. Αλλά ούτως η άλλως είναι κάτι που χαράζουν στον εγκέφαλό μας από τη στιγμή που γεννιόμαστε και θέλει συνειδητή προσπάθεια να το σβήσεις.

Αντίθετα απ ότι λένε οι επίσημες θρησκείες η πίστη είναι εύκολο πράγμα. Πιστεύεις, ακολουθείς κανόνες, έχεις το κεφάλι σου ήσυχο. Υπάρχουν οι πιστοί και υπάρχουν οι αμαρτωλοί. Αυτό επιτρέπεται το άλλο δεν επιτρέπεται. Έχεις δυσκολίες σε δοκιμάζει ο θεός. Έχεις επιτυχίες δοξάζεις τον θεό. Κουτάκια ωραία τακτοποιημένα. Ειδικά όταν το περιβάλλον δεν είναι εχθρικό σ αυτό που πιστεύεις και μάλιστα η πίστη σου αυτή σου δίνει κοινωνική καταξίωση.

Στην Ελλάδα είμαστε οι περισσότεροι χριστιανοί ορθόδοξοι με μια γκάμα που κυμαίνεται από το είμαι χριστιανός για να τρώω με αφορμή τις γιορτές, πάω κάθε μεγάλη παρασκευή και στο γάμο μου στην εκκλησία, είμαι χριστιανός για την τήρηση των παραδόσεων και των κοινωνικών υποχρεώσεων, είμαι ευσεβής αλλά σεμνός δεν το διαφημίζω και είμαι πολύ πιστός ή είμαι χριστιανοταλιμπάν. Φυσικά το πακετάκι για όσους είναι από την ευσέβεια και πέρα περιλαμβάνει και τα «θρησκεία» «οικογένεια» και εσχάτως «ψέκα». Και φυσικά υπάρχουν και οι επαγγελματίες. Οι οποίοι στη χώρα επιβάλλονται «με το σχήμα τους και μόνο» όπως είχε πει ο Βασίλης Ραφαηλίδης.

Η δύναμή τους είναι τεράστια.


Αφήνουμε στην άκρη τους χριστιανοταλιμπάν που συνήθως είναι χαρακτήρες τύπου «Ελένης Λουκά» και να πούμε για τους πιστούς, τους ανθρώπους της εκκλησίας οι οποίοι αναπτύχθηκαν κάτω από τα ραντάρ μας στη σύγχρονη ελλάδα πολλές φορές κρυπτόμενοι γιατί η εποχή δεν τους ευνοούσε. Δεν ήταν της μόδας. Δεν είναι τυχαίοι άνθρωποι. Η πίστη τους και η αφοσίωσή τους στην εκκλησία επιβάλλει να ακολουθούν κανόνες, να είναι εργατικοί, να είναι συνεπείς να είναι ολιγαρκείς. Τα κουτάκια που λέγαμε. ΄Σπουδάζουν και τα καταφέρνουν. Τα παιδιά τους μεγαλώνουν με δυσκολίες χωρίς να καλομαθαίνουν. ΚΑΙ ΚΑΝΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΠΑΙΔΙΑ. Αποκτάνε θέσεις σημαντικές στο μηχανισμό του κράτους. Δεν είναι χαζοί. Πολλοί είναι εξαιρετικά ευφυείς και πρωτεύουν σε επιστημονικούς τομείς. Συμπλέουν με την κάθε μορφής εξουσία γιατί η ιεραρχία είναι σημαντικό γι αυτούς και αποδέχονται και την επιστήμη γιατί είναι εργαλείο στα χέρια τους. Έχουν μάθει να την σέβονται. Εκτός …

Εκτός αν έρχεται σε σύγκρουση με την «υπέρτατη αλήθεια». Η οποία εκφράζεται από τους επαγγελματίες. Και «επαγγελματίες» δεν είναι (μόνο) η επίσημη εκκλησία αλλά κυρίως ένα δίκτυο φανατικών που παρεπιδημούν σε μονές και ενορίες κάνοντας συστηματικά δουλειά για να προασπίσουν τα συμφέροντά τους. Πάλι εδώ έπρεπε να είχαμε αντιληφθεί τι συμβαίνει όταν κατέβηκαν εκατοντάδες χιλιάδες στους δρόμους για το θρήσκευμα στην ταυτότητα.

Γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, καθηγητές πανεπιστημίου, στρατιωτικοί (πολλοί στρατιωτικοί), δάσκαλοι κάθε βαθμίδας (και εδώ είναι το δράμα) κλπ κλπ ελέγχονται στην κυριολεξία λόγω της πίστης τους από αυτό το σκοταδιστικό δίκτυο που (χρησιμοποιώ πάλι τα λόγια του Ραφαηλίδη) «επιβάλεται μονο με το σχήμα του» (hint : Σωτήρης Τσιόδρας)

Στρατιώτες εκπαιδευμένοι και πιστοί


Που πάμε λοιπόν ? Όσοι ελπίζουμε σε μια κοινωνία μακριά από τον σκοταδισμό την θρησκοληψία, μια κοινωνία της επιστήμης και της γνώσης της αναζήτησης των ορίων του ανθρώπου και της εξερεύνησης του κόσμου είμαστε άχρηστοι ? Δεν έχουμε ανάλογες ικανότητες ? Δεν έχουμε λογική ? Δεν υπάρχει αντίπαλο δέος ?

Ας μην αναφέρουμε το αντίπαλο δέος που αποτελείται το ένα κομμάτι από επίσης από φανατικούς θεωριών περασμένων αιώνων και ένα άλλο κομμάτι από γραφικούς που αμφισβητούν επίσης την επιστήμη και ας επικεντρωθούμε στους ανθρώπους της λογικής. Όχι δεν είμαστε άχρηστοι. Έχουμε ανάλογες ικανότητες και ίσως περισσότερες.

Αλλά 1ον : ΚΑΝΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΠΑΙΔΙΑ

Και 2ον : «We can’t win against obsession. They care, we don’t. They win. [Douglas Adams]»

Καταδίκη

Το δικαστήριο δεν καταδίκασε το ναζισμό.

Δεν καταδίκασε τα τάγματα με παραλλαγή και μαύρα μπλουζάκια

Δεν καταδίκασε αυτούς που κρατούσαν πυρσούς σε τελετές μίσους και «εκπαιδεύονταν» στα βουνά

Δεν καταδίκασε αυτούς που χειροκροτούσαν και χαιρετούσαν με την παλάμη τεντωμένη και ζήταγαν πιστοποιητικά ελληνικότητας

Δεν καταδίκασε τα ΜΜΕ που χαριεντίζονταν και πούλαγαν lifestyle με δολοφόνους

Δεν καταδίκασε τους πολιτικούς που τους ανέχονταν στη βουλή και στις συζητήσεις

Δεν καταδίκασε τους αστυνομικούς φίλους και και συνεργάτες των ναζί προδότες του όρκου τους για προστασία του πολίτη

Δεν καταδίκασε τους επιχειρηματίες χορηγούς που τους βόλεψε ένα αδίστακτο χέρι όπου δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα

Δεν καταδίκασε τους χιλιάδες που δεν ντράπηκαν να γραφτούν μέλη, να γίνουν υποψήφιοι να μοιράσουν φυλλάδια να κολλήσουν αφίσες

Ούτε τους εκατοντάδες χιλιάδες που ξέχασαν το αίμα που πληρώθηκε, τη δυστυχία που προκλήθηκε, τον πατέρα ή τον παππού τους που έμενε σκελετωμένος απ την πείνα και πήγαν και ψήφισαν

Δεν καταδίκασε εμάς

Που ανεχτήκαμε στη δουλειά, στο καφενείο, στην παρέα στο οικογενειακό τραπέζι τον οχετό μίσους. Τους «που να μπλέκεις τώρα», «άστον δεν πειράζει». Τους «μη τσακώνεστε για πολιτικά»

Πολιτική ο ναζισμός …

Τώρα τελείωσαν τα δικαστήρια. Τώρα, όπως πάντα, είμαστε όλοι υπεύθυνοι

Η ιστορία ενός τραγουδιού

Ο επιθεωρητής Ο’ Χάρα πέρασε γελώντας χαιρέκακα από μπροστά μου επιδεικύοντας την εντολή του διοικητή για τη διερεύνηση της δολοφονίας του Άρη Τσεμπερίδη ή Τσεμπέρη ή Γουστερίτσα ή Μπουγάδα ή Σουγιά ή Αρουραίου ή Αστερίξ.

Ήξερε καλά οτι αυτή την υπόθεση της εξιχνίασης της δολοφονίας του Άρη Τσεμπερίδη ή Τσεμπέρη ή Γουστερίτσα ή Μπουγάδα ή Σουγιά ή Αρουραίου ή Αστερίξ την ήθελα απεγνωσμένα γιατί συνδεόταν με την υπόθεση του Αλβάρο Ροντρίγκες διαβόητου βαρώνου ναρκωτικών στη μικρή μας πόλη, την οποία είχα αναλάβει από καιρό και είχα κολλήσει και του οποίου ο Άρης Τσεμπερίδης ή Τσεμπέρης ή Γουστερίτσας ή Μπουγάδας ή Σουγιάς ή Αρουραίος ή Αστερίξ ήταν πρωτοπαλίκαρο.

Ήταν ένα μυστήριο γιατί ο διοικητής είχε αναθέσει τη δολοφονία του Άρη Τσεμπερίδη ή Τσεμπέρη ή Γουστερίτσα ή Μπουγάδα ή Σουγιά ή Αρουραίου ή Αστερίξ (τον οποίο στο εξής για λόγους συντομίας θα αποκαλούμε «Α») στον Ο’ Χάρα.

Όλοι ήξεραν οτι ήταν ένας διεφθαρμένος αστυνομικός που μάλλον έπαιρνε το χαρτζηλίκι από τον Αλβάρο Ροντρίγκεζ και έκρυβε στοιχεία εμποδίζοντας την έρευνά μου και αυτό το χαιρέκακο χαμόγελο ήταν μια ακόμα απόδειξη.

Θα πήγαινε εκεί με όλο το συνεργείο της αστυνομίας θα έκανε ανακρίσεις εκβιάζοντας τους μάρτυρες θα απέκρυπτε στοιχεία και θα έκανε ότι ήταν δυνατόν για να προστατέψει τον χρηματοδότη του.

Έπρεπε να πάρω μερικούς αστυνομικούς μαζί μου και να κάνω εγώ αυτή τη δουλειά αλλά χωρίς την άδεια της υπηρεσίας δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Άσε που δεν εμπιστευόμουν κανέναν, και μετά την τελευταία εξέλιξη ούτε το διοικητή.

Δεν μπορούσα όμως να το αφήσω έτσι. Έστω και μόνος μου έπρεπε να κάνω κάτι. Αποφάσισα να πάω νωρίς το πρωί στο σημείο του εγκλήματος ώστε να μαζέψω στοιχεία πριν προλάβει να τα αλλοιώσει ο ακατανόμαστος

Ναι αυτό θα έκανα. Ήταν οριστικό

Πριν το Χάρα, μα μονάχος

Ματάκιας

Κάποιες φορές κάνοντας το τελευταίο τσιγάρο της ημέρας μετά τα μεσάνυχτα βλέπω τα παιδιά να περνάνε κάτω απ το μπαλκόνι μου

Κάποιες φορές αγοροπαρέες να κάνουν καφρίλες, άλλες κοριτσοπαρέες να γελάνε κελαρυστά.

Άλλοτε αγόρια και κορίτσια μαζί να πειράζονται αδέξια ζαλισμένα απ το αλκοόλ.

Ζευγαράκια αγκαλιασμένα.

Κορίτσια βιαστικά να κοιτάνε γύρω με ανησυχία

Μια φορά ένα ζευγάρι στην πόρτα απέναντι οικοδομής μ ένα φιλί έλεγες ότι δεν θα τελειώσει ποτέ

Και μια άλλη ένα κορίτσι που έκλαιγε

Ηδονοβλεψίας μιας εποχής που πέρασε

Movies

Έχει αφίσες ταινιών πάνω απ το γραφείο και το κρεβάτι του

Έχει κι ένα συρτάρι που κρατάει τα εβομαδιαία προγράμματα γνωστού σινεπλέξ ταξινομημένα εδώ και χρόνια

Έχει κι ένα τετράδιο που γράφει ποιές ταινίες θέλει να δει όταν μεγαλώσει γιατί είναι PG-13 και δεν επιτρέπεται

Λίγες σελίδες μετά γράφει τις ταινίες που θα γυρίσει ξανά όταν σταματήσει το ποδόσφαιρο και γίνει σκηνοθέτης γιατί κατά τη γνώμη του θέλουν αλλαγές

Zηλεύω λίγο

Οι Λεοπαρδάλεις (Φαίδρος Μπαρλάς)

Τρυπώσαμε ὅλοι στὰ σπίτια μας ἔντρομοι
ὅταν φάνηκαν οἱ λεοπαρδάλεις στὴν πόλη.
Ἀγριεμμένες, διψασμένες γιὰ αἷμα, κοιτάζανε
μὲ μάτι θολὸ τὶς κατάκλειστες πόρτες –
μὴ ξεμυτίση κανένας, νὰ τὸν ξεσκίσουν.

Σιγὰ-σιγὰ ὅμως,
θέλεις τὸ κρέας –
πού κρεμότανε ἄφθονο στὰ τσιγκέλια
τῶν παρατημένων κρεοπωλείων
καὶ καταπράυνε τὴν ἀρχαία,
τὴν ἀχόρταγη πεῖνα τους –
θέλεις οἱ ὡραῖες λιακάδες τῆς πόλης μας –
πού τὶς χαιρόντουσαν, χουζουρεύοντας,
ξάπλα στὴ μέση τῶν ἔρημων δρόμων –,
οἱ λεοπαρδάλεις ἀρχίσανε,
ὅσο νάναι, νὰ ἡμερεύουν.

Ξεθαρρέψανε κάνας-δύο, τὶς πλησιάσανε,
τὶς ταΐσανε μὲ λιχουδιές, ποὺ φυλάγαν,
γιὰ τέτοιες ὧρες ἀνάγκης, στὸ σπίτι.
Οἱ λεοπαρδάλεις τὶς φάγανε –
γλείψαν καὶ τὸ μουσούδι τους,
τεντωθήκανε.

«Φανερό», εἶπε κάποιος,
«δὲν θὰ φᾶνε κʼ ἐμᾶς, ἅμα ξέρουν
πῶς θὰ τοὺς ρίχνουμε λιχουδιές.»
Ἔτσι, σὲ λίγο καιρό, ξεθαρρέψαμε ὅλοι•
ἀνοίξαμε πόρτες καὶ παράθυρα διάπλατα,
κυκλοφορούσαμε στοὺς δρόμους καὶ στὶς πλατεῖες,
ἄνθρωποι καὶ λεοπαρδάλεις ἀνάκατα.
Ἀπʼ τὸ τομάρι πιὰ μόνο μᾶς ξεχώριζες.
Βέβαια, παραμερίζαμε μὲ σέβας στὸ διάβα τους,
τοὺς προσφέραμε τὰ καλύτερα κρέατα,
τὶς ἐκλεκτότερες ποικιλίες ἀλλαντικῶν,
δηλώναμε, φωναχτά, ὁ ἕνας στὸν ἄλλο,
πῶς ὡραιότερα ζῶα ἀπὸ αὐτά,
ποῦ ἡ παρουσία τοὺς τιμοῦσε τὴν πόλη μας,
δὲν εἴχαμε ξαναδῆ στὴ ζωή μας!.

Μερικοί, μία φορά, παραπαίρνοντας θάρρος,
καθὼς βλέπανε τὶς λεοπαρδάλεις νὰ μπαταλεύουν –
ἀπʼ τὸ πολὺ φαΐ ποὺ τοὺς ρίχναμε,
τὴ λιακάδα, τὴν ξάπλα καὶ τὸ χουζούρι –
φαντάστηκαν πὼς θάταν βολετὸ νὰ τὶς διώξουν.
Μὰ οἱ λεοπαρδάλεις τοὺς κάνανε χίλια κομμάτια,
πρὶν προλάβουν νʼ ἁπλώσουν χέρι ἀπάνω τους.

Ἀπὸ τότε, τὸ βάλαμε καλὰ στὸ μυαλό μας,
τὸ τυπώσαμε σʼ ὅλα τὰ βιβλία ζωολογίας,
τὸ ἀποστηθίζουμε κάθε μέρα σὰν προσευχή:
«Δὲν πειράζουν οἱ λεοπαρδάλεις,
ἂν δὲν τίς πειράξης•
μὴν τὶς πειράζης,
γιὰ νὰ μὴ σέ πειράξουν.»
Ὅλοι πιά, πρόθυμα κʼ εὐσυνείδητα, τὶς ταΐζουμε,
πρόθυμα κʼ εὐσυνείδητά τους φέρνουμε λιχουδιὲς –
κι ὅσοι ἔχουνε χέρι ἁπαλὸ κι ἐπιδέξιο
τοὺς χαϊδεύουν τὴ ράχη ἢ τὸ μουσούδι.

Κʼ οἱ λεοπαρδάλεις – ποιὸς θὰ τὸ πίστευε; –
τρίβονται λιγωμένες ἀπάνω τους,
ἀφήνοντας μικρὰ μουγκρητὰ εὐχαρίστησης.
Αὐτὸς – καταλήξαμε- – εἶναι ὁ τρόπος
γιὰ νʼ ἀντιμετωπίζη κανεὶς τὶς λεοπαρδάλεις•
καὶ τὸν μαθαίνουμε τώρα καὶ στὰ παιδιά μας,
γιὰ νὰ τὸν μάθουν κι αὐτὰ
στὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν τους:
νὰ τὰ μάθουν νʼ ἀγαποῦν τὶς λεοπαρδάλεις,
νὰ σέβωνται τὶς λεοπαρδάλεις,
νὰ ταΐζουνε τὶς λεοπαρδάλεις,
ἀφοῦ γιὰ πάντα, ὅπως ξέρουμε, θάναι –
ἔξω ἀπὸ κακὸ ἢ ἀρρώστεια! –
οἱ λεοπαρδάλεις ἀφέντες στὴν πόλη μας.

ΚΟΣΚΙΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ

12339584_10207065232922416_8546477676283270532_oΥπάρχει μια ιστορία που την άκουσα μικρός και που με προβλημάτιζε τότε γιατί δεν μπορούσα να την καταλάβω.
Μιλάει για μιαν αρχαία πόλη, μια ακμαία, εύπορη πόλη στο κέντρο μιας μεγάλης πεδιάδας.
Ένα καλοκαίρι, ενώ οι κάτοικοι της πόλης ήταν απασχολημένοι με την ανάπτυξη και την προκοπή της, εμφανίστηκε στις πύλες μια περίεργη γριά που κρατούσε μαζί της δώδεκα βιβλία και πρότεινε να τους τα πουλήσει. Είπε πως τα βιβλία αυτά περιείχαν όλη τη σοφία του κόσμου και πως θα τους τα έδινε και τα δώδεκα με αντάλλαγμα ένα σακί χρυσάφι.
Οι κάτοικοι της πόλης βρήκαν την ιδέα πολύ αστεία. Της είπαν οτι μάλλον δεν είχε ιδέα για την αξία του χρυσαφιού και οτι το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να φύγει.
Εκείνη συμφώνησε είπε όμως οτι πριν το κάνει θα κατέστρεφε μπροστά τους τα μισά βιβλία. Άναψε λοιπόν μια μικρή φωτιά, έκαψε έξι από τα βιβλία με όλη τη γνώση και όλη τη σοφία του κόσμου μπροστά στους κατοίκους της πόλης και μετά έφυγε.
Ήρθε ο χειμώνας, ένας χειμώνας σκληρός, η πόλη όμως κατάφερε και συνέχιζε να ακμάζει κι έφτασε το καλοκαίρι και μαζί του η γριά ζητιάνα.
«Εσύ είσαι πάλι ;» είπαν οι κάτοικοι της πόλης. «Πώς πάει η γνώση και η σοφία;»
«Έξι βιβλία» , είπε η γριά , «έξι έχουν απομείνει. Η μισή γνώση και σοφία του κόσμου. Για άλλη μια φορά σας προτείνω να τα αγοράσετε».
«Α ναι;» κάγχασαν οι κάτοικοι της πόλης.
«Μόνο που η τιμή έχει αλλάξει».
«Ε , επόμενο ήταν».
«Δυό σακιά χρυσάφι».
«Τι;»
«Δυό σακιά χρυσάφι για τα υπόλοιπα έξι βιβλία της γνώσης και της σοφίας. Τα παίρνετε ή τα αφήνετε».
«Νομίζουμε» είπαν οι κάτοικοι της πόλης, «οτι και του λόγου σου δεν πρέπει να κατέχεις και πολλή γνώση ή σοφία, αλλιώς θα είχες καταλάβει οτι δεν μπορείς να γυρίζεις στην αγορά και να τετραπλασιάζεις μιαν ήδη εξωφρενική τιμή. Αν είναι τέτοιου είδους η γνώση και η σοφία που πουλάς, τότε, ειλικρινά, κράτησέ τα για τον εαυτό σου , όσο κι αν τα πουλάς».
«Τα θέλετε ή όχι;»
«Οχι».
«Πολύ καλά. Θα σας ζητήσω μόνο λίγο προσάναμμα».
Άναψε άλλη μια φωτιά κι έκαψε μπροστά τους τρία απ’ τα υπόλοιπα βιβλία. Μετά ξεκίνησε για την άλλη άκρη της πεδιάδας.
Εκείνη τη νύχτα ένας-δυό περίεργοι κάτοικοι της πόλης βγήκαν κρυφά έξω και έψαξαν μέσα στις στάχτες μήπως και σώσουν μια-δυό σελίδες, αλλά η φωτιά είχε κάψει τα πάντα και η γριά είχε ανακατέψει καλά τις στάχτες. Δεν βρήκαν τίποτε.
Άλλος ένας σκληρός χειμώνας άπλωσε τη σκιά του πάνω στην πόλη κι αυτή τη φορά οι κάτοικοι αντιμετώπισαν κάποιο πρόβλημα με την πείνα και τις επιδημίες, αλλά το εμπόριο πήγαινε καλά κι είχαν ξαναβρεί τη φόρμα τους το άλλο καλοκαίρι , όταν εμφανίστηκε πλάκα η γριά.
«Νωρίς ήρθες φέτος» , της είπαν.
«Λιγότερο βάρος» , τους εξήγησε δείχνοντάς τους τα τρία βιβλία που είχε πάλι μαζί της. «Το τέταρτο όλης της γνώσης και της σοφίας του κόσμου. Τα θέλετε ;»
«Πόσο τα δίνεις;»
«Τέσσερα σακιά χρυσάφι».
«Είσαι εντελώς τρελή , γριά γυναίκα. Περα απ’ αυτό όμως, η οικονομία μας περνάει κάτι δυσκολίες, αυτόν τον καιρό. Το χρυσάφι είναι εκτός συζητήσεως».
«Λίγο προσάναμμα παρακαλώ».
«Στάσου μιά στιγμή» , είπε ο λαός της πόλης, «αυτή η τακτική δεν συμφέρει κανέναν από τους δυό μας. Το σκεφτήκαμε καλά και συστήσαμε μια μικρή επιτροπή, να έρθει να ρίξει μια ματιά στα βιβλία σου. Θα τα μελετήσουμε μερικούς μήνες, θα δούμε αν αξίζουν κάτι για μας και όταν ξανάρθεις τον άλλο χρόνο, ίσως μπορέσουμε να σου κάνουμε κάποια καλή προσφορά. Δεν μιλήσαμε βέβαια για σακιά χρυσάφι.»
Η γριά κούνησε το κεφάλι της. «Οχι» , είπε. «Φέρτε μου το προσάναμμα».
«Θα σου στοιχίσει».
«Δεν πειράζει», είπε ανασηκώνοντας τους ώμους η γριά. «Καίγονται και από μόνα τους τα βιβλία».
Λέγοντάς τα αυτά έκοψε δυό κομματάκια από τα βιβλία, που έτσι κάηκαν εύκολα. Μετά ξεκίνησε και πάλι για την αντίπερα άκρη της πεδιάδας, αφήνοντας την πόλη να αντιμετωπίσει άλλον ένα χειμώνα.
Στο τέλος της άνοιξης η γριά ήταν πάλι εκεί.
«Μόνο ένα απέμεινε», είπε αφήνοντας το πάνω στο χώμα, μπροστά της. «Έτσι μπόρεσα να κουβαλήσω δικό μου προσάναμμα».
«Πόσο;» είπαν οι κάτοικοι της πόλης.
«Δεκάξι σακιά χρυσάφι».
«Μα είχαμε πει οχτώ».
«Δεκάξι ακατέβατα».
«Περίμενε λίγο».
Οι κάτοικοι της πόλης έφυγαν όλοι μαζί και γύρισαν μισή ώρα αργότερα.
«Δεκάξι σακιά είναι ό,τι κι ό,τι μας έχει απομείνει», παρακάλεσαν. «Οι καιροί είναι δύσκολοι. Άφησέ μας κι εμάς κάτι».
Η γριά άρχισε απλώς να σιγοτραγουδάει ετοιμάζοντας τη φωτιά της.
«Εντάξει!» της φώναξαν στο τέλος. Άνοιξαν τις πόρτες της πόλης και οδήγησαν έξω δυό βοϊδάμαξες, φορτωμένες με οχτώ σακιά χρυσάφι η καθεμιά. «Φτάνει μόνο να είναι καλό»
«Είναι» , είπε η γριά. «Και που να βλέπατε τα υπόλοιπα»
Ξεκίνησε για την αντίπερα άκρη της πεδιάδας, σέρνοντας μαζί της δυό βοϊδάμαξες και αφήνοντας τους κατοίκους της πόλης να επιζήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν με το μοναδικό ένα δωδέκατο της γνώσης και της σοφίας που είχε υπάρξει πάνω στον κόσμο.
του Douglas Adams από το βιβλίο "Last chance to see"

Conspiracy Theory : Busted

– Εκατάλαβες Μαργαρίτη μου ? Δεν υπάχουνε ούτε χειμώνας ούτε καλοκαίρι ούτε τίποτις πια. Όλα σιάδι
– Τι λες ορε παιδί μου ? Και γιατί συβαίνει αυτό παναπεί ?
– Καλά δε βλέπεις στα ιντερνέτ και σ αυτά ? Αφού μας ψεκάζουνε
– Μας ψεκάζουνε Παντελή ? Ποιός μας ψεκάζει ?
–  Οι Αμερικάνοι

– Τι μου λες ? Έχουνε εδώ ελιές οι Αμερικάνοι ?